αδελφικοασπάζομαι

αδελφικοασπάζομαι
και αδερφικοασπάζομαι
1. φιλώ αδελφικά, γλυκοασπάζομαι
2. στην επιστολογραφία χρησιμοποιείται ως χαιρετισμός μεταξύ συγγενών ή φίλων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αδελφικά + ασπάζομαι].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αδελφικά — και αδερφικά επίρρ. όπως ταιριάζει σε αδέλφια, ως αδέλφια. [ΕΤΥΜΟΛ. < αδελφικός. ΣΥΝΘ. ἀδελφικοασπάζομαι] …   Dictionary of Greek

  • ασπάζομαι — (AM ἀσπάζομαι) 1. φιλώ 2. χαιρετώ θερμά, αγκαλιάζω 3. (για γνώμες, απόψεις) αποδέχομαι, παραδέχομαι 4. τυπικός χαιρετισμός στο τέλος επιστολής («σε ασπάζομαι») μσν. νεοελλ. 1. φιλώ, προσκυνώ εικόνες, άγια λείψανα ή νεκρό 2. προσχωρώ, προσκολλώμαι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”